Δένδιας για Ένοπλες Δυνάμεις: Οι αλλαγές θα προχωρήσουν σε όλα τα επίπεδα με όποιο πολιτικό κόστος

Την ίδια στιγμή ο κ. Δένδιας τόνισε ότι οι μεταρρυθμίσεις δεν είναι μία δυνητική επιλογή της χώρας αλλά όρος εθνικής επιβίωσης μετά τις τεράστιες αλλαγές που έχουν συμβεί την τελευταία δεκαετία τόσο σε γεωπολιτικό όσο και σε τεχνολογικό επίπεδο.
Μάλιστα ο υπουργός Εθνικής Άμυνας κάνει λόγο για προκλήσεις της σύγχρονης εποχής οι οποίες δεν αντιμετωπίζονται με εκατοντάδες στρατόπεδα που φυτοζωούν, αλλά με συγχωνεύσεις και αύξηση πληρότητας. Το ίδιο ισχύει και για τις υπόλοιπες αλλαγές. «Δεν με πτοεί το πολιτικό κόστος και είμαι πρόθυμος να το αναλάβω» τονίζει μεταξύ άλλων σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Παραπολιτικά» ο υπουργός Εθνικής ‘Αμυνας Νίκος Δένδιας
«Οφείλουμε», εξήγησε, «να ανταποκριθούμε στις νέες συνθήκες μέσω μίας ολιστικής – και όχι αποσπασματικής – προσέγγισης, με μία σειρά μεταρρυθμίσεων που ξεκινούν από τη Στολή και τον εξοπλισμό του Σύγχρονου Μαχητή και φτάνουν στην ανάπτυξη καινοτόμων μέσων και στο 20ετές ουσιαστικά Εξοπλιστικό Πρόγραμμα (12+8 ετών)».
Ξεκαθάρισε, δε, ότι «οι αλλαγές θα προχωρήσουν σε όλα τα επίπεδα» ενώ πρόσθεσε ότι σημαντικό μέρος των μεταρρυθμίσεων «αφορά τη μέριμνα για το προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων, τον κύριο πολλαπλασιαστή ισχύος μας» όπως το οικιστικό πρόγρμμα, οι αυξήσεις στις αποδοχές μετά από 15 χρόνια, οι μεγάλες βελτιώσεις στην υγειονομική περίθαλψη.
Τι είπε για τον πόλεμο στην Ουκρανία
Για τον πόλεμο στην Ουκρανία, ο κ. Δένδιας ανέφερε ότι «απέδειξε ότι η στρατιωτική υπεροχή στον 21ο αιώνα δεν κρίνεται από τον αριθμό των οπλικών συστημάτων, αλλά από τη συνδυαστική τους χρήση, την ταχύτητα ανταπόκρισης και την επίγνωση του πεδίου».
«Τα μη επανδρωμένα συστήματα – εναέρια και επίγεια – προσφέρουν ακρίβεια, ευελιξία και αρκετές φορές επιχειρησιακό πλεονέκτημα. Δεν αναιρούν την αξία των μαχητικών αεροσκαφών τελευταίας γενιάς. Την ενισχύουν. Ενδεικτικό είναι ότι στο πλαίσιο της λειτουργίας του Ελληνικού Κέντρου Αμυντικής Καινοτομίας (ΕΛΚΑΚ), 4 από τα 10 προγράμματα έρευνας και ανάπτυξης αφορούν την ανάπτυξη μη επανδρωμένων συστημάτων» συμπλήρωσε.
Για την Πολεμική μας Αεροπορία, επισήμανε ότι «αναβαθμίζεται μέσω της ένταξης των Αεροσκαφών Rafale, της συνέχισης της αναβάθμισης των F-16 Block 50 σε Viper και κυρίως της ένταξης της Ελλάδας στο πρόγραμμα των F- 35».
Ειδικότερα, όπως είπε, «η συμμετοχή μας στο πρόγραμμα των F-35 είναι ένα τεχνολογικό και επιχειρησιακό άλμα προς το μέλλον. Δεν πρόκειται απλώς για αεροσκάφη. Πρόκειται για πλατφόρμες μάχης, πλήρως ενταγμένες σε δικτυοκεντρικά συστήματα διοίκησης, ελέγχου και επικοινωνιών».
«Η επιλογή αυτή», συνέχισε, «εντάσσεται στο νέο εθνικό δόγμα αποτροπής, το οποίο έχει ως πυρήνα την «Ασπίδα του Αχιλλέα» – έναν πολυεπίπεδο θόλο αντιαεροπορικής, αντιβαλλιστικής, anti-drone, αντιπλοϊκής και ανθυποβρυχιακής προστασίας. Πρόκειται για μια ενοποιημένη αρχιτεκτονική που επιτρέπει την πλήρη αξιοποίηση των επιχειρησιακών δυνατοτήτων κάθε συστήματος, σε ξηρά, θάλασσα και αέρα. Τα νέα αεροσκάφη και τα πολεμικά πλοία αποδεσμεύονται από την χωρική υπεράσπιση, αποκτώντας πλέον στρατηγικό ρόλο. Όλα τα παραπάνω λειτουργούν συνδυαστικά. Πρόκειται για επένδυση στη συνέργεια».
Για το οικιστικό πρόγραμμα των Ενόπλων Δυνάμεων, επανέλαβε ότι «η προσήλωση της Πολιτείας στην αποστολή των Ενόπλων Δυνάμεων πρέπει να μετουσιώνεται σε μέριμνα για το στέλεχος που φορά με υπερηφάνεια τη στολή».
«Το οικιστικό πρόγραμμα των Ενόπλων Δυνάμεων», ανέφερε, «ξεκίνησε τον Αύγουστο του 2023, με την καταγραφή των υφιστάμενων οικημάτων, την αποτύπωση των αναγκών και την εκπόνηση των απαραίτητων μελετών. Παράλληλα ολοκληρώθηκε η ανέγερση 357 οικημάτων ανά την επικράτεια. Τον Μάιο του 2024 εξασφαλίστηκε η χρηματοδότηση συνολικού ποσού 100 εκατομμυρίων ευρώ από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, των πρώτων δύο κατασκευαστικών Φάσεων του Οικιστικού Προγράμματος, για την ανέγερση 702 κατοικιών σε 54 κτιριακά συγκροτήματα στην Θράκη και τα νησιά του κεντρικού και ανατολικού Αιγαίου».
«Το σύνολο των έργων της Α΄ και Β΄ φάσης βρίσκεται σε εξέλιξη και οι κατοικίες – με τις οποίες ο συνολικός αριθμός θα ανέλθει στις 1.059 – αναμένεται να έχουν ολοκληρωθεί και παραδοθεί προς χρήση εντός του 2026. Υπενθυμίζω ότι μέρος των νέων διαμερισμάτων (ποσοστό 10 – 15%) θα διατεθεί προς χρήση σε κρίσιμες κατηγορίες μετακινούμενων δημοσίων λειτουργών, όπως γιατροί και εκπαιδευτικοί, στηρίζοντας το εθνικό δίκτυο κοινωνικής συνοχής» πρόσθεσε.
«Επιπλέον, το υπουργείο έχει σχεδιάσει τις επόμενες φάσεις του Οικιστικού Προγράμματος, εστιάζοντας στις παραμεθόριες περιοχές. Έχουμε ήδη υποβάλλει σχετική πρόταση χρηματοδότησης 200 εκατομμυρίων ευρώ για την κατασκευή πρόσθετων 1.500 κατοικιών στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου και στο Νομό Έβρου. Ο στόχος είναι η κάλυψη του 35% των υφιστάμενων στεγαστικών αιτημάτων έως το 2027, με τελικό ορίζοντα τον αριθμό των 4.000 διαμερισμάτων σε όλη την επικράτεια έως το 2030» ανέλυσε ο υπουργός.
Για τη στρατιωτική θητεία, είπε ότι «δημιουργούνται νέες απαιτήσεις σε έναν Στρατό που δεν είναι όπως σε άλλες χώρες αμιγώς επαγγελματικός και βασίζεται, ορθώς, στη συμμετοχή του Έλληνα πολίτη – οπλίτη».
«Η θητεία», εξήγησε, «πρέπει να εξελιχθεί, ώστε να υπηρετεί τις σύγχρονες ανάγκες ασφάλειας της πατρίδας μας και παράλληλα να είναι χρήσιμη για τους νέους. Στην κατεύθυνση αυτή σχεδιάζεται η αναβάθμιση της βασικής εκπαίδευσης, όπως και της εκπαίδευσης ειδικότητας. Θα αποτελούν πλέον ολοκληρωμένες διαδικασίες απόκτησης εκτεταμένων επιχειρησιακών γνώσεων».
«Μετά τη βασική εκπαίδευση», συνέχισε, «οι οπλίτες που το επιθυμούν, θα μπορούν επίσης να συμμετέχουν σε πιστοποιημένα προγράμματα απόκτησης γνώσεων και ανάπτυξης δεξιοτήτων που θα τους βοηθήσουν στη μετέπειτα ζωή τους και στην επαγγελματική τους πορεία».
«Στόχος», όπως ξεκαθάρισε, «είναι μέχρι το 2030 να υπάρχει μια δύναμη 150.000 ενεργών εθελοντών εφέδρων, που να μπορούν να καλύψουν άμεσα επιχειρησιακές ανάγκες, αν χρειαστεί».
«Συνεχίζεται επίσης», είπε, «ο σχεδιασμός της εθελοντικής θητείας γυναικών, η εφαρμογή της οποίας θα αποτελέσει μία μεγάλη τομή, παρέχοντας πρόσβαση των Ενόπλων Δυνάμεων σε ένα σημαντικότατο ανθρώπινο κεφάλαιο».
Δεν αποτελεί αδρανές κεφάλαιο η στρατιωτική περιουσία
Για τη στρατιωτική περιουσία, ο κ. Δένδιας ήταν κάθετος λέγοντας ότι «δεν αποτελεί αδρανές κεφάλαιο. Είναι λειτουργικός και ιστορικός πόρος, του οποίου η διαχείριση πρέπει να είναι θεσμικά κατοχυρωμένη και να γίνεται με πλήρη διαφάνεια».
Πιο συγκεκριμένα, όπως ανέφερε, «το αμέσως επόμενο διάστημα πρόκειται να κατατεθεί νομοσχέδιο για την αξιοποίηση του συνόλου της ακίνητης περιουσίας των Ενόπλων Δυνάμεων».
«Ξεκινώντας από την καταγραφή της ακίνητης περιουσίας και την ανάπτυξη ενός πλήρους ψηφιακού μητρώου ακινήτων, ώστε καμία υποδομή, κανένα κτίσμα, κανένα τεμάχιο γης να μην παραμένει εκτός εποπτείας. Η διαδικασία θα επικαιροποιείται διαρκώς, ώστε η Πολιτεία να γνωρίζει, να αξιολογεί και να αποφασίζει με συγκεκριμένα κριτήρια και ανεπίληπτο τρόπο» υπογράμμισε.
«Στην κατεύθυνση αυτή προχωράμε στη δημιουργία θεσμοθετημένου φορέα για την ενιαία διαχείριση της στρατιωτικής περιουσίας. Ο φορέας αυτός δεν θα λειτουργεί ως κερδοσκοπικός μηχανισμός “Real Estate”, αλλά ως επιχειρησιακός βραχίονας για την παραγωγική αξιοποίηση της περιουσίας υπέρ του προσωπικού όλων των κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων, χρηματοδοτώντας το Οικιστικό Πρόγραμμα» τόνισε ο υπουργός Εθνικής ‘Αμυνας.
Στρατηγική επιλογή η ενίσχυση της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας
Για την ενίσχυση της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας, ο κ. Δένδιας τη χαρακτήρισε «στρατηγική επιλογή» καθώς όπως είπε «είναι γεγονός ότι η σημερινή συνεισφορά της εγχώριας βιομηχανίας στις ανάγκες των Ενόπλων Δυνάμεων είναι πολύ χαμηλή».
«Το νέο Μακροπρόθεσμο Πρόγραμμα Αμυντικών Εξοπλισμών (ΜΠΑΕ) προβλέπει ρητά ότι οι εξοπλιστικές συμβάσεις θα περιλαμβάνουν μεσοσταθμικά συμμετοχή ελληνικής προστιθέμενης αξίας σε ποσοστό 25%. Στην κατεύθυνση της ανάπτυξης της αμυντικής τεχνολογίας στη χώρα μας σημαντικός είναι επίσης ο ρόλος του Ελληνικού Κέντρου Αμυντικής Καινοτομίας (ΕΛΚΑΚ), το οποίο αποτελεί τον δίαυλο με το επιχειρησιακό πεδίο» υπογράμμισε.
«Στόχος μας σε κάθε περίπτωση είναι η Ελλάδα να διεκδικήσει παρουσία στις τεχνολογικές εξελίξεις και η αμυντική μας βιομηχανία να συμβάλλει στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας και στην αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού της χώρας. Φιλοδοξούμε η Ελλάδα να μην είναι πια μια χώρα που ξοδεύει δισεκατομμύρια για την άμυνά της και δεν κρατά τίποτα για την παραγωγή της» επισήμανε.
«Οι Ένοπλες Δυνάμεις μας θα είναι πλέον όχι μόνο αγοραστές, αλλά και συντελεστές ανάπτυξης τεχνολογίας. ‘Αλλωστε, η εγχώρια παραγωγή δεν είναι μόνο οικονομική επένδυση. Δημιουργεί τεχνογνωσία, εξωστρέφεια και θέσεις εργασίας υψηλής εξειδίκευσης. Αυτό είναι το πραγματικό περιεχόμενο της στρατηγικής μας: ‘Αμυνα με ελληνική υπογραφή» ανέφερε.
Για τις δυνατότητες της Ελλάδας να πείσει ευρωπαϊκές χώρες να μην προμηθεύονται στρατιωτικούς εξοπλισμούς από την Τουρκία, ο κ. Δένδιας ανέφερε: «Το ζητούμενο δεν είναι να επιβάλουμε μία απόφαση σε μία άλλη χώρα, αλλά να αναδείξουμε τις ευρύτερες συνέπειες μιας τέτοιας επιλογής, οι οποίες ενδεχομένως υπερβαίνουν τα στενά οικονομικά ή τεχνικά οφέλη».
«Οφείλουμε», συνέχισε, «να κινηθούμε με πειθώ και να καταστήσουμε σαφές ποιος είναι ο βαθύτερος κίνδυνος μιας τέτοιας απόφασης. Όταν μια χώρα εισάγει οπλικά συστήματα από κράτη που δεν συμμετέχουν στην ΕΕ και δεν ενστερνίζονται τις ίδιες αξίες και αρχές και τον ίδιο σεβασμό στο Διεθνές Δίκαιο, τότε διατρέχει τον κίνδυνο όχι μόνο να λειτουργήσει υπονομευτικά απέναντι στο σύστημα αξιών που εκφράζει σήμερα η Ενωμένη Ευρώπη, αλλά και να βρεθεί αντιμέτωπη με πολιτική ή στρατηγική πίεση».
«Ο κύριος κίνδυνος πίσω από αυτό είναι η μεταφορά εξελιγμένου know-how στην Τουρκία. Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε τον στόχο της στρατηγικής αυτονομίας της Ε.Ε. στον τομέα της ‘Αμυνας και της στήριξης της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας των κρατών-μελών της. Η Ασφάλεια στην Ευρώπη είναι συλλογική υπόθεση» συμπλήρωσε.
«Ως κράτος που βρίσκεται στα εξωτερικά σύνορα της Ένωσης και φέρει σημαντικό αμυντικό βάρος, η Ελλάδα έχει το θεσμικό και ηθικό έρεισμα να ζητήσει από τους εταίρους της να ενισχύουν, και όχι να διαβρώνουν, το ευρωπαϊκό σύστημα ασφάλειας» ξεκαθάρισε.
Τι είπε για τα Τέμπη και την ελληνική δικαιοσύνη
Για το ζήτημα της υπόθεσης των Τεμπών, εξήγησε ότι «σαφώς αφορά και τη Δικαιοσύνη» ενώ επίσημανε ότι «είναι εξαιρετικά επικίνδυνο αν η ελληνική κοινωνία πάψει να έχει εμπιστοσύνη σε αυτήν».
«Είναι», είπε, «ένα ζήτημα όμως από το οποίο κρίνεται και το πολιτικό σύστημα στο σύνολό του. Ως κυβέρνηση οφείλουμε να πείσουμε ότι θα χυθεί άπλετο φως και θα διερευνηθεί κάθε πτυχή των αιτίων που οδήγησαν στο δυστύχημα, διαλύοντας άπαξ διά παντός τα επιχειρήματα περί δήθεν συγκάλυψης. Είναι το ελάχιστο χρέος μας στις οικογένειες των θυμάτων, όπως και στην ιστορία της παράταξής μας ως διαχρονικής πολιτικής δύναμης υπευθυνότητας».
«Η τραγωδία αυτή», πρόσθεσε, «που συγκλόνισε και εξακολουθεί να συγκλονίζει την ελληνική κοινωνία συμπυκνώνει διαχρονικές παραλείψεις και αστοχίες της λειτουργίας του κράτους. Με αυτήν την οπτική οφείλει να αντιμετωπίζει τη διερεύνηση του δυστυχήματος και η αντιπολίτευση. Όχι σαν «αίτημα για την πτώση της κυβέρνησης». Ο ελληνικός λαός είναι σαφές ότι δεν ανέχεται μια απόπειρα τυχόν συγκάλυψης, αλλά δεν συνυπογράφει και την απόπειρα εργαλειοποίησης».